Ανοσο-Ογκολογία: Πολύτιμος σύμμαχος των ερευνητών στη μάχη κατά του καρκίνου

Θα μπορούσε στο άμεσο μέλλον διάφορα είδη καρκίνου, όπως του πνεύμονα, της ουροδόχου κύστεως και του μελανώματος, να αντιμετωπισθούν χωρίς χημειοθεραπεία; Φυσικά και θα μπορούσε και μάλιστα αυτή η μέρα δεν είναι μακριά, εκτιμούν οι ερευνητές που πλέον έχουν έναν πολύτιμο σύμμαχο στον αγώνα τους να βρουν νέες θεραπείες, την η Ανοσο-Ογκολογία.
Σύμφωνα με τους γιατρούς η Ανοσο-Ογκολογία είναι η αξιοποίηση των μηχανισμών του ανοσοποιητικού συστήματος για την αντιμετώπιση των καρκινικών όγκων. Τα παραπάνω αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της σημερινής συνέντευξης Τύπου με θέμα την παρουσίαση των νεότερων δεδομένων στον τομέα της Ανοσο-Ογκολογίας και την ανάδειξη της αυξανόμενης συμβολής της στην αντιμετώπιση σοβαρών μορφών καρκίνου.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε εν όψει της Παγκόσμιας Ημέρας κατά του Καρκίνου (4 Φεβρουαρίου), η οποία έχει ως στόχο την κινητοποίηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης για την ανάληψη δράσης που θα οδηγήσει στη μείωση της επιδημίας του καρκίνου μέσω της πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης και της αποτελεσματικής θεραπευτικής αντιμετώπισης.
«Η ανοσοθεραπεία έχει αλλάξει τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τον καρκίνο. Ο μοναδικός μηχανισμός δράσης, η παρατεταμένη διάρκεια ανταπόκρισης, το ξεχωριστό προφίλ ασφάλειας, η καθορισμένη χρονική διάρκεια χορήγησης της, η επάνοδος στην κανονικότητα, η πιθανότητα μακροχρόνιας επιβίωσης, ακόμα και ίασης, δίνουν ιδιαίτερη αξία στην ελπίδα» όπως ανέφερε ο πρόεδρος του κ. Ιωάννης Μπουκοβίνας, Πρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων-Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ), Διευθυντής Ογκολογικής Μονάδας της «Βιοκλινικής» Θεσ/νίκης και συνέχισε: « Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε απαντώντας στα ερωτήματα: πώς επιλέγουμε τους ασθενείς, ποιοι είναι οι κατάλληλοι συνδυασμοί φαρμάκων, αν μπορεί να γίνει πρόβλεψη της τοξικότητας, πώς ξεπερνάμε την αντίσταση στα συγκεκριμένα φάρμακα, ποια είναι η βέλτιστη διάρκεια θεραπείας. Οραματιζόμαστε ένα μέλλον όπου στην αντιμετώπιση του καρκίνου θα έχει μεγιστοποιηθεί το όφελος της ανοσοθεραπείας, ενδυναμώνοντας την αξία της για τους ασθενείς, τις οικογένειές τους και την κοινωνία».

Ο κ. Ιωάννης Μπουκοβίνας, ο κ. Αριστοτέλης Μπάμιας, η κυρία ‘Ελενα Γκόγκα και ο κ. Κωνσταντίνος Συρίγος.
Ο Καθηγητής Παθολογίας και Ογκολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών & Δ/ντής της Γ΄ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής στο Γενικό Νοσοκομείο «Η Σωτηρία», κ. Κωνσταντίνος Συρίγος ανέφερε: «Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως με μεγάλο ποσοστό των ασθενών να διαγιγνώσκονται σε προχωρημένο στάδιο της νόσου, αφού η νόσος δεν δίνει συνήθως πρώιμα συμπτώματα. Στην Ελλάδα έχει υπολογισθεί ότι 6.500 άτομα χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους από αυτή τη μορφή καρκίνου, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο κάπνισμα. Επιπλέον, ενώ για όλες τις άλλες συχνές μορφές του καρκίνου έχουν καθιερωθεί εξετάσεις έγκαιρης διάγνωσης (screening) για τον καρκίνο του πνεύμονα δεν υπάρχει ακόμη τέτοιο πρόγραμμα».
Σε συνέχεια ανέφερε: «Είναι σημαντικό ότι η χώρα μας, παρά τις όποιες αντιξοότητες των τελευταίων ετών, συνεχίζει να βρίσκεται στην πρωτοπορία της έρευνας στον καρκίνο του πνεύμονα με τις περισσότερες από τις νεότερες θεραπείες, συμπεριλαμβανομένων των ανοσοθεραπειών να είναι διαθέσιμες στους Έλληνες ασθενείς. Η ανοσοθεραπεία αποτελεί πλέον τον βασικό πυλώνα θεραπείας των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα, είτε ως μονοθεραπεία, είτε σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία. Επιπλέον, σύντομα θα υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης συνδυασμού ανοσοθεραπείας, ώστε, αποφεύγοντας τη χημειοθεραπεία, να διευρύνονται οι θεραπευτικές επιλογές μας, με στόχο την σημαντική παράταση της επιβίωσης και την εξασφάλιση μιας καλής ποιότητας της ζωής για μεγάλο ποσοστό των ασθενών μας».
Η Καθηγήτρια Παθολογίας Ογκολογίας, Α’ Παθολογική Κλινική, Γ.Ν. «Λαϊκό», κα Έλενα Γκόγκα, μίλησε για το μελάνωμα που αποτελεί μία μορφή καρκίνου του δέρματος και δήλωσε: «Το μεταστατικό μελάνωμα αποτελεί την πιο θανατηφόρο μορφή της νόσου και παρουσιάζεται όταν ο καρκίνος εξαπλωθεί πέραν της επιφάνειας του δέρματος σε άλλα όργανα. Συνολικά έχουν νοσήσει 67.000 άνθρωποι τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ έχουμε 1600 νέα περιστατικά κάθε χρόνο! Οι επίπτωση του μελανώματος αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 30 έτη. Το μελάνωμα είναι κυρίως ιάσιμο όταν αντιμετωπιστεί στα πρώιμα στάδια. Ασθενείς με προχωρημένο μελάνωμα Σταδίου IV ιστορικά έχουν χαμηλά ποσοστά επιβίωσης. Με την εισαγωγή της ανοσοθεραπείας, τα δεδομένα αυτά αλλάζουν. Η πενταετής επιβίωση διαμορφώνεται στο 35-40% με τη μονοθεραπεία anti-PD1 παραγόντων, ενώ συνδυάζοντας ανοσοθεραπευτικούς παράγοντες, σημειώνονται ποσοστά πενταετούς επιβίωσης 52%».
Επίσης πρόσθεσε πως «Πολύ σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί και για τους ασθενείς με εξαιρέσιμο μελάνωμα υψηλού κινδύνου (Σταδίου IIIb&IIIc). H πλειονότητα των ασθενών αυτών εμφανίζουν υποτροπή, γεγονός που τους καθιστά μια ομάδα με ανεκπλήρωτη ιατρική ανάγκη. Ωστόσο, πολύ πρόσφατα, ανακοινώθηκαν δεδομένα που αναδεικνύουν τη συνεισφορά της ανοσοθεραπείας και σε αυτήν την κατηγορία ασθενών.
Ο Καθηγητής Παθολογικής Ογκολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και Δ/ντης της Β’ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής στο Π.Γ.Ν. «Αττικόν», κ. Αριστοτέλης Μπάμιας, αναφέρθηκε στην ελπίδα που έφερε η ανοσοθεραπεία στον καρκίνο του νεφρού, που είναι ο 12ος πιο συχνός καρκίνος παγκοσμίως και εμφανίζεται συχνότερα σε άνδρες, συνήθως στην έκτη και έβδομη δεκαετία της ζωής τους: «Από τον Απρίλιο του 2016 η μοντέρνα ανοσοθεραπεία έχει εμπλουτίσει τη θεραπευτική φαρέτρα στη μάχη των ασθενών με μεταστατικό καρκίνο νεφρού».
Παρουσίασε πολύ σημαντικά στοιχεία κλινικών μελετών, που έδειξαν ότι η ανοσοθεραπεία καθιερώνεται πλέον τόσο σαν αρχική θεραπεία, όσο και σαν θεραπεία υποτροπής μετά από αντι-αγγειογενετική θεραπεία. Η εφαρμογή της ανοσοθεραπείας αυξάνει την επιβίωση, ενώ σε ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών επιτυγχάνεται μακρόχρονος έλεγχος της νόσου χωρίς την ανάγκη για άλλες θεραπείες.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελετών που παρουσίασε, ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με μεταστατικό καρκίνο ουροθηλίου μπορεί να ωφεληθεί σήμερα από την ανοσοθεραπεία. «Η ανοσοθεραπεία, η οποία βοηθάει σημαντικά ασθενείς με πρώιμο ουροθηλιακό καρκίνο, με τη μοντέρνα της μορφή πλέον, προσφέρει μια αποτελεσματική θεραπεία και σε πιο προχωρημένα στάδια της νόσου, η οποία μέχρι τώρα χαρακτηριζόταν από ένδεια θεραπευτικών επιλογών».