Σεξ και εμμηνόπαυση; Και όμως γίνεται!
Είναι γνωστό ότι όσο μεγαλώνουν οι γυναίκες κάνουν λιγότερο σεξ και ακόμα λιγότερες το απολαμβάνουν. Οι λόγοι είναι βιολογικοί και λίγο πολύ γνωστοί: εξάψεις, διαταραχή του ύπνου, ξηρότητα του κόλπου και επώδυνη διείσδυση. Όμως μια Βρετανική έρευνα δεν επικεντρώθηκε στις βιολογικές αιτίες που εμφανίζονται συχνά μετά την εμμηνόπαυση αλλά εξέτασε τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες του φαινομένου και τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά, όπως σημειώνεται στη σχετική δημοσίευση στο Menopause.
Σύμφωνα με την έρευνα αυτές οι ψυχοκοινωνικές επιρροές μπορεί να περιλαμβάνουν ανησυχίες σχετικά με την εικόνα της γυναίκας, την αυτοπεποίθησή της και την αίσθηση ότι είναι επιθυμητή, το στρες, τις διακυμάνσεις της διάθεσης και τα διάφορα προβλήματα στη σχέση που συνήθως δεν μιλάνε γι΄ αυτά! Επίσης εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι πολλές ήθελαν να κάνουν σεξ όμως δεν μπορούσαν γιατί ήταν… χήρες!
Η έρευνα
Η μελέτη που διεξήχθη για τις ψυχοκοινωνικές επιρροές, λοιπόν, περιελάμβανε σχεδόν 4.500 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, που συμμετείχαν στη Βρετανική Συνεργατική Δοκιμή για τον Έλεγχο του Καρκίνου των Ωοθηκών (UKCTOCS), και εξέτασε τα γενικότερα δεδομένα προκειμένου να μελετήσει πώς ένιωθαν οι γυναίκες όσον αφορά το ζήτημα αυτό, αλλά και το βάθος αυτών των συναισθημάτων.
Μεταξύ άλλων, τα δεδομένα σεξουαλικής δραστηριότητας που προέκυψαν από τη UKCTOCS έδειξαν, καταρχάς, ότι πριν την έναρξη των ετήσιων ελέγχων, σχεδόν οι μισές από τις γυναίκες ήταν σεξουαλικά ενεργές.
Με την πάροδο του χρόνου, όμως, παρατηρήθηκε μείωση σε όλες τις πτυχές της σεξουαλικής δραστηριότητας: ήταν λιγότερο συχνή, λιγότερο ευχάριστη και λιγότερο άνετη, ενώ ο βασικός λόγος για την έλλειψη σεξουαλικής δραστηριότητας ήταν η απουσία συντρόφου, κυρίως λόγω χηρείας.
Άλλοι λόγοι που εντοπίστηκαν σε αρκετές περιπτώσεις μειωμένης δραστηριότητας ήταν:
- Η κατάσταση υγείας του συντρόφου,
- -η σεξουαλική δυσλειτουργία του,
- -τα προβλήματα σωματικής υγείας της ίδιας της γυναίκας,
- τα συμπτώματα που σχετίζονταν με την εμμηνόπαυση
- η φαρμακευτική αγωγή.
Αυτά που συνέβαλλαν πιο συχνά στη χαμηλή λίμπιντο ήταν τα προβλήματα στη σχέση, οι δουλειές που έπρεπε να γίνουν και η αντίληψη σχετικά με τη γήρανση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι μόνο το 3% των συμμετεχουσών περιέγραψαν θετικές σεξουαλικές εμπειρίες, ενώ μόνο το 6% αναζήτησε ιατρική βοήθεια για τα σεξουαλικά προβλήματα.