Εαρινή αλλεργία: Η επώδυνη παρενέργεια των αντιισταμινικών που βασανίζει τις γυναίκες

Η άνοιξη είναι εδώ, το ίδιο και οι αλλεργίες. Όσοι αυτήν την εποχή προμηθεύονται αντιισταμινικά, για να αντιμετωπίσουν τα ενοχλητικά συμπτώματα των εαρινών αλλεργιών, γνωρίζουν ήδη τις παρενέργειες τους: ζάλη, υπνηλία, ξηροστομία, ναυτία. Μεταξύ των ανεπιθύμητων ενεργειών που προκαλούν αυτά τα φάρμακα, είναι και μια άγνωστη στις περισσότερες γυναίκες, που μπορεί να προκαλέσει επώδυνες καταστάσεις: Η κολπική ξηρότητα.
Σύμφωνα μάλιστα με τους ειδικούς, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που χρησιμοποιούν περιστασιακά τα αντιισταμινικά ή για μεγάλα χρονικά διαστήματα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια σειρά αντιδράσεων σε άλλα αλλεργιογόνα (π.χ. ακάρεα σκόνης) ή για παθήσεις όπως η οξεία και χρόνια κνίδωση, το αγγειοοίδημα και αλλεργικές αντιδράσεις από μεταγγίσεις αίματος ή πλάσματος, φάρμακα και τροφές. Παρότι, ενέχουν τον κίνδυνο παρενεργειών, τα οφέλη από τη λήψη τους εξακολουθούν να υπερτερούν.
Δυστυχώς η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών δεν γνωρίζει ότι τα συγκεκριμένα φάρμακα προκαλούν κολπική ξηρότητα. Πώς μπορεί όμως ένα φάρμακο που βοηθά στη διακοπή των συμπτωμάτων της αλλεργίας να διαταράξει τη λίπανση του κόλπου; Η εξήγηση είναι απλή: όταν το σώμα εκτίθεται σε ένα αλλεργιογόνο στο οποίο υπάρχει ευαισθησία, όπως είναι η γύρη των δέντρων, ερμηνεύει λανθασμένα την ουσία αυτή ως απειλή και ενεργοποιεί μια ανοσολογική αντίδραση για να την καταπολεμήσει. Απελευθερώνει ισταμίνη, η οποία συνεχίζει να δεσμεύεται στους υποδοχείς ισταμίνης. Αυτοί με τη σειρά τους πυροδοτούν αντιδράσεις όπως ρινική καταρροή, δάκρια στα μάτια και άλλα κλασικά συμπτώματα αλλεργίας.
Πως δημιουργείται το …πρόβλημα
Τόσο τα αντιισταμινικά πρώτης όσο και δεύτερης γενιάς μπλοκάρουν ειδικά τον υποδοχέα της ισταμίνης H1 ο οποίος έχει τη μεγαλύτερη σημασία για τις αλλεργικές αντιδράσεις. Όμως, εκτός από αυτόν, οι παλαιότερες αντιισταμινικές ουσίες μπορούν επίσης να περάσουν στον εγκέφαλο και να συνδεθούν με έναν νευροδιαβιβαστή που εμπλέκεται στη μυϊκή συστολή και στη διαστολή των αιμοφόρων αγγείων. Αυτό τους δίνει τη δυνατότητα να προκαλούν παρενέργειες. Τα αντιισταμινικά δεύτερης γενιάς φτάνουν στον εγκέφαλο σπανιότερα, με αποτέλεσμα να ευθύνονται για λιγότερες και ηπιότερες παρενέργειες.
Επειδή προκαλούν αφυδάτωση στις ρινικές διόδους, τα συμπτώματα της αλλεργίας υποχωρούν. Το πρόβλημα είναι ότι τείνουν να ξηραίνουν και τον βλεννογόνο του κόλπου. Έτσι, δεν είναι ασυνήθιστο οι γυναίκες να παραπονιούνται για κολπική ξηρότητα, η οποία μπορεί να γίνει πολύ δυσάρεστη και να προκαλέσει σεξουαλικά προβλήματα αφού δυσκολεύει το σεξ καθιστώντας τη σεξουαλική επαφή επώδυνη.
Η διακοπή των φαρμάκων δεν αποτελεί επιλογή, αφού έτσι επανέρχονται όλα τα αλλεργικά συμπτώματα. Ενδεχομένως, για κάποιες γυναίκες να υπάρχει η λύση της αντικατάστασής τους με ένα ρινικό σπρέι, προκειμένου να αποκλειστεί η ξηρότητα σε όλους τους βλεννογόνους, αφού εκτός από κολπική ξηρότητα τα αντιισταμινικά προκαλούν ξηροστομία, ξηροφθαλμία, αλλά και ξηρότητα στο δέρμα.
Όταν η αποφυγή λήψης αυτών των φαρμάκων δεν αποτελεί επιλογή, τότε οι γυναίκες που τα χρησιμοποιούν πρέπει να θέτουν την ενυδάτωση σε προτεραιότητα. Για την κολπική ξηρότητα, προμηθεύονται υψηλής ποιότητας ενυδατικές κρέμες κόλπου, οι οποίες μπορούν να ανακουφίσουν οποιαδήποτε ξηρότητα ή ερεθισμό. Όσον αφορά στη σεξουαλική επαφή, η χρήση ενός λιπαντικού πριν από αυτή ανακουφίζει από τη δυσφορία κατά τη διάρκεια του σεξ και προάγει τη σεξουαλική υγεία και ευχαρίστηση των γυναικών.
Η χρήση τους είναι απλή και η ποσότητα που χρησιμοποιείται εξαρτάται από τις ατομικές ανάγκες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, εκτός από τις ανοιξιάτικες αλλεργίες τα λιπαντικά χρησιμοποιούνται και για άλλες αιτίες που προκαλούν ξηρότητα του κόλπου εκτός από τις αλλεργίες, καθώς μειώνουν τη φαγούρα, τον πόνο, τον κνησμό και τις πιθανότητες μολύνσεων του κόλπου και του ουροποιητικού συστήματος.