Χρήσιμες οδηγίες για τη σωστή χρήση των διαγνωστικών rapid τεστ
Οδηγίες για τη σωστή χρήση των rapid tests και την αξιόπιστη αξιολόγηση του αποτελέσματός τους, παρουσιάζει πρόσφατο άρθρο στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό “The New England Journal of Medicine”. Σημειώνεται ότι η συμβολή των rapid tests στην αναχαίτιση της πανδημίας είναι δεδομένη καθώς αποτελούν ένα ακόμα «όπλο» απέναντι στον Covid-19.
Οι καθηγητές του ΕΚΠΑ Ουρανία Τσιτσιλώνη, Ευάγγελος Τέρπος, Ιωάννης Τρουγκάκος και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κύρια σημεία του άρθρου. Σημειώνεται ότι σχεδόν 400 rapid τεστ που έχουν λάβει έγκριση από τον FDA των ΗΠΑ, για τη διάγνωση της λοίμωξης από τον SARS-CoV-2, χωρίζονται σε δύο τύπους αναφορικά με την ανίχνευση:
-του γενετικού υλικού (δηλ. τα γονίδια) του ιού (μοριακά rapid τεστ) και
-των πρωτεϊνών-αντιγόνων του ιού (αντιγονικά rapid τεστ).
Ο αλγόριθμος των οδηγιών για την κάθε περίπτωση συστήνει τα παρακάτω:
1.Τα συμπτωματικά άτομα, εμβολιασμένους ή μη, πρέπει να υποβάλλονται το συντομότερο δυνατόν σε rapid τεστ. Επίσης, να παραμείνουν σε καραντίνα μέχρι την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων του ελέγχου τους.
Εάν το rapid τεστ είναι θετικό, πρέπει να επιβεβαιώσουν το αποτέλεσμα με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), να παραμείνουν σε καραντίνα, να ειδοποιήσουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και, αν χρειαστεί, να λάβουν θεραπεία. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα δεν ενδείκνυται σήμερα η επιβεβαίωση με μοριακό τεστ ενός θετικού rapid test.
Εάν το rapid τεστ είναι αρνητικό, πρέπει να επανεξετάζονται μετά από 2 ημέρες, ειδικά εάν έχουν συμπτώματα που επιδεινώνονται ή συμπτώματα που παραπέμπουν σε μεγάλη πιθανότητα λοίμωξης από τον κορωνοϊό. Εάν και μετά από 2 ημέρες το rapid τεστ είναι αρνητικό, η λοίμωξη πιθανότατα δεν οφείλεται στον SARS-CoV-2.
2.Τα ασυμπτωματικά άτομα που έχουν εκτεθεί στον SARS–CoV-2 (δηλ. ήρθαν σε στενή επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα COVID-19), ακόμη και εάν είναι εμβολιασμένα, πρέπει να ελέγχονται άμεσα και εντός 48 ωρών με rapid τεστ. Επίσης, και για δεύτερη φορά 5-7 ημέρες μετά την αρχική τους έκθεση, και να παραμείνουν σε καραντίνα.
Εάν το πρώτο rapid τεστ ή το rapid τεστ μετά από 5-7 ημέρες είναι θετικό, πρέπει να επιβεβαιώσουν το αποτέλεσμα με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), να παραμείνουν σε καραντίνα, να ειδοποιήσουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και, εάν εμφανίσουν συμπτώματα, ίσως χρειαστεί να λάβουν θεραπεία.
Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα δεν ενδείκνυται σήμερα η επιβεβαίωση με μοριακό τεστ ενός θετικού rapid test.
Εάν το πρώτο rapid τεστ είναι αρνητικό και δεν έχουν συμπτώματα, πρέπει να επανεξετάζονται μετά από 2 ημέρες, ή οποιαδήποτε στιγμή εμφανίσουν συμπτώματα.
Εάν και το rapid τεστ είναι αρνητικό, πρέπει να παρακολουθούνται για εμφάνιση συμπτωμάτων για 14 ημέρες μετά την έκθεση, και σε περίπτωση που δεν εμφανίσουν συμπτώματα, τότε δεν μολύνθηκαν από τον SARS-CoV-2.
3.Τα ασυμπτωματικά άτομα που βρέθηκαν σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου μετάδοσης του SARS–CoV-2 πρέπει να ελεγχθούν με rapid τεστ εντός 48 ωρών από την έκθεσή τους.
Εάν το rapid τεστ είναι θετικό, θα πρέπει να επαναληφθεί μετά από 2 ημέρες, ειδικά εάν υπάρχει κλινική υποψία για COVID-19 ή εάν ο επιπολασμός της COVID-19 στον πληθυσμό είναι χαμηλός.
Εάν στην επανάληψη το rapid τεστ είναι θετικό, τότε πρέπει να επιβεβαιωθεί η λοίμωξη με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), το άτομο να μπει σε καραντίνα και να ειδοποιήσει τις υγειονομικές υπηρεσίες.
Εάν στην επανάληψη το rapid τεστ είναι αρνητικό, τότε δεν υπάρχουν ενδείξεις λοίμωξης από SARS-CoV-2.
Εάν το rapid τεστ είναι αρνητικό, τότε δεν χρειάζεται να επαναληφθεί και το άτομο δεν έχει μολυνθεί από τον ιό.
4.Άτομα με γνωστή έκθεση στον SARS–CoV-2 που δεν είναι εμβολιασμένα ή δεν έχουν κάνει αναμνηστική δόση του εμβολίου τους τελευταίους 6 μήνες και έχουν θετικό rapid τεστ, θα πρέπει να παραμείνουν σε καραντίνα εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασής τους με μοριακό έλεγχο (RT-PCR), ο οποίος συστήνεται να γίνει οπωσδήποτε. Θα πρέπει επίσης να παρακολουθούνται για εμφάνιση συμπτωμάτων.
5.Άτομα που είναι θετικά σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω περιπτώσεις, πρέπει να απομονώνονται, να ενημερώνουν τις υγειονομικές υπηρεσίες και επίσης να ενημερώνουν τις στενές επαφές τους για τη λοίμωξή τους.
6.Τα άτομα που υποβάλλονται σε rapid τεστ, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι τα αντιγονικά rapid τεστ έχουν χαμηλότερη ευαισθησία από τα μοριακά, αλλά ανιχνεύουν τη λοίμωξη νωρίτερα (5-7 ημέρες από την εμφάνιση συμπτωμάτων), το διάστημα δηλαδή που η μεταδοτικότητα λόγω του υψηλού ιικού φορτίου είναι μεγαλύτερη.
7.Σύμφωνα με την οδηγία του Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, άτομα που έχουν εκτεθεί στον ιό πρέπει να ελέγχονται 2 φορές, το 1ο rapid τεστ να γίνεται εντός 48 ωρών και το 2ο rapid τεστ 2 ημέρες μετά το πρώτο αρνητικό τεστ. Αν όμως επιθυμούν να κάνουν μόνο μία φορά rapid τεστ, συστήνεται να ελέγχονται 5-7 ημέρες μετά την έκθεση.
8.Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται τεστ που ανιχνεύουν ειδικά αντισώματα IgG ή IgM για τον SARS-CoV-2. Τα τεστ αντισωμάτων δεν ανιχνεύουν την οξεία λοίμωξη.
9.Θα πρέπει επίσης να είναι σαφές ότι τα ήδη εγκεκριμένα rapid τεστ έχουν επικυρωθεί πριν την εμφάνιση των μεταλλάξεων “δέλτα” και “όμικρον”, καθώς ο FDA αξιολογεί εκ νέου και λεπτομερώς την ευαισθησία και την ειδικότητα όλων των κυκλοφορούντων rapid τεστ για να μειώσει την πιθανότητα ψευδών αποτελεσμάτων .
10.Η σύσταση προς όλο τον πληθυσμό είναι να εμβολιαστεί με αναμνηστική δόση το συντομότερο, να περιορίσει τη συμμετοχή του σε συναθροίσεις, και να τηρεί αυστηρά τα υγειονομικά μέτρα.
Απλοποιημένος Πίνακας όπως ισχύει σήμερα στην Ελλάδα: