Ανάστροφη Ολική Αρθροπλαστική Ώμου
Ο ώμος είναι μια από τις πιο σημαντικές αρθρώσεις του ανθρώπινου σώματος, καθώς επιτρέπει ένα ευρύ φάσμα κινήσεων, δίνοντας έτσι στο χέρι τη δυνατότητα να λειτουργήσει προς κάθε κατεύθυνση. Εμπλέκεται σε μεγάλο βαθμό στις καθημερινές δραστηριότητες κάθε ατόμου στο σπίτι, στη δουλειά, στη διασκέδαση, στην ερασιτεχνική και ακόμα περισσότερο στην επαγγελματική άθληση: κολύμπι, μπάσκετ, τένις, βόλεϊ, ρίψεις κ.ά.
Ποια άτομα αφορούν οι παθήσεις του ώμου
«Οι παθήσεις του ώμου προκαλούν πόνο και περιορίζουν το εύρος της κίνησης, προκαλώντας δυσκολία από τις απλές καθημερινές δραστηριότητες, μέχρι αυτές που σχετίζονται με το επάγγελμα και τον τρόπο ζωής.Αφορούν δε κάθε ηλικία. Οι ασθενείς μεγαλύτερων ηλικιών εμφανίζουν αρθρίτιδα, εκφυλιστικές ρήξεις τενόντων, κατάγματα κ.ά., ενώ οι νέοι ασθενείς και οι αθλητές παρουσιάζουν εξαρθρήματα, τραυματικές ρήξεις τενόντων, κατάγματα υψηλής βίας (βραχιονίου, κλείδας, ωμοπλάτης), παγωμένο ώμο, κ.ά.»,τονίζει ο δρ Ιωάννης Χ. Φερούσης MD, PhD, Διευθυντής της Ειδικής Ορθοπαιδικής Κλινικής Χειρουργικής Ώμου του MetropolitanHospital και προσθέτει. «Η αποκατάσταση των παθήσεων του ώμου είναι μια περίπλοκη διαδικασία και η χειρουργική αποκατάσταση αυτών είναι ιδιαίτερα απαιτητική και χρειάζεται εμπειρία».
Ανάστροφη Ολική Αρθροπλαστική Ώμου
Μέχρι πρόσφατα, οι ασθενείς με βαριά οστεοαρθρίτιδα του ώμου αντιμετωπίζονταν με την κλασική και δοκιμασμένη ολική αρθροπλαστική ώμου, που συνίσταται σε αντικατάσταση των ανατομικών στοιχείων της άρθρωσης (κεφαλή και ωμογλήνη) από ένα μεταλλικό εμφύτευμα και ένα πλαστικό ένθετο αντίστοιχα που «μιμούνται» τη φυσιολογική ανατομία και την εμβιομηχανική της.
Ωστόσο, η επέμβαση αυτή, που ενδείκνυται για άτομα με βαριά οστεοαρθρίτιδα του ώμου, μπορεί να εφαρμοστεί μόνο στις περιπτώσεις που η λειτουργικότητα του στροφικού πετάλου (μια σειρά από τένοντες που χρησιμεύουν στη σταθεροποίηση του ώμου κατά τη διάρκεια των κινήσεων) είναι κανονική, κάτι που δεν συμβαίνει πάντα. Σε αρκετούς ασθενείς οι τένοντες του στροφικού πετάλου έχουν υποστεί μαζική ρήξη, για λόγους όπως η κακή ποιότητα των ιστών, η ρίκνωση και η εκφύλισή τους λόγω της χρονιότητας της βλάβης.
«Η ανάστροφη ολική αρθροπλαστική έχει επίσης ένδειξη σε καταστάσεις όπου συνυπάρχει οστική απώλεια, πράγμα ιδιαίτερα συχνό στις αρθρίτιδες του ώμου, καθώς επίσης και σε αναθεωρήσεις παλαιών αρθροπλαστικών του ώμου που τα αποτελέσματά τους δεν είναι τα αναμενόμενα, ιδιαίτερα δε στα κατάγματα, παλαιά ή και πρόσφατα.Στους ασθενείς αυτούς εφαρμόζεται η ανάστροφη ολική αρθροπλαστική ώμου. Αυτή είναι μια νεότερη «μη ανατομικής φιλοσοφίας» πρόθεση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε άτομα που πάσχουν από βαριά οστεοαρθρίτιδα σε συνδυασμό με κακή λειτουργικότητα του στροφικού πετάλου, αλλά και για αντικατάσταση της ολικής αρθροπλαστικής μετά από επιπλοκές: χαλάρωση, λοίμωξη, σύνθετα περιπροθετικά κατάγματα, συχνά σε ηλικιωμένους ασθενείς, τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με την μέθοδο της οστεοσύνθεσης», διευκρινίζει ο ειδικός.
Σε τι διαφέρει η Ανάστροφη από την Κλασική Ολική Αρθροπλαστική ώμου
Σε γενικές γραμμές, στην Ανάστροφη Ολική Αρθροπλαστική Ώμου συμβαίνει αυτό που λέει το όνομά της, μια ανατομική αναστροφή της διαδικασίας.
«Δηλαδή, η κεφαλή (η σφαίρα) αντικαθίσταται με μια κοίλη επιφάνεια από πολυαιθυλένιο, ενώ η ωμογλήνη (η κοιλότητα) αντικαθίσταται από μια μεταλλική σφαίρα. Αυτό δημιουργεί ένα σταθερό υπομόχλιο που επιτρέπει στον ασθενή να ανυψώνει το χέρι του, χωρίς τη συμμετοχή του, προβληματικού ή κατεστραμμένου, στροφικού πετάλου. Οι αλλαγές αυτές φυσικά δεν είναι εμφανείς απ’ έξω και δεν προκαλείται κοσμητικό πρόβλημα.
Η επέμβαση αυτή, αποτελεί τη μεγαλύτερη εξέλιξη των τελευταίων ετών στη χειρουργική του ώμου και μια από τις μεγαλύτερες στην ορθοπαιδική χειρουργική γενικότερα. Έχει προβλέψιμο αποτέλεσμα: σημαντική αποκατάσταση της κινητικότητας του ώμου με συνήθως πλήρη εξάλειψη του πόνου, απαιτεί μικρό διάστημα νοσηλείας (1-2 ημέρες), ενώ, υπό την κατάλληλη επίβλεψη/καθοδήγηση, ο ασθενής αρχίζει να κινητοποιεί την άρθρωση μία εβδομάδα μετά την επέμβαση, φθάνοντας σε μια πολύ καλή κινητικότητα μετά από ένα μήνα», καταλήγει ο δρ Φερούσης.