Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος του Ήπατος: Ποιοι ασθενείς κινδυνεύουν περισσότερο

0
728

Η Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος του Ήπατος, η πιο συχνή βλάβη του ήπατος, εκτός από το συκώτι «χτυπάει» και στην καρδιά ενώ αποτελεί αυξημένο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση πολλών τύπων καρκίνου.

Συγκεκριμένα, φαίνεται να σχετίζεται με στεφανιαία νόσο, υπέρταση και καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ προδιαθέτει και για την εμφάνιση καρκίνων -πέρα από του ήπατος-, με πιο συχνούς τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του μαστού.

Η Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος του Ήπατος (ΜΑΛΝΗ) χαρακτηρίζεται από την παθολογική εναπόθεση λίπους εντός του ηπατικού παρεγχύματος, η οποία δεν οφείλεται σε υπερκατανάλωση αλκοόλ, αλλά σε άλλους παράγοντες, όπως παχυσαρκία, υπερλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, υποθυρεοειδισμός κ.α..

Η ΜΑΛΝΗ αποτελεί πλέον την πιο συχνή ηπατική βλάβη παγκοσμίως με επίπτωση 25% και με ποσοστά εμφάνισης διαρκώς αυξανόμενα. Φαίνεται πως αποτελεί την ηπατική εκδήλωση του μεταβολικού συνδρόμου, καθώς εμφανίζεται στο 47% των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και έως το 80% των ασθενών με παχυσαρκία. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου η νόσος εμφανίζεται σε ασθενείς με φυσιολογικό σωματικό βάρος και καλό BMI. Κάποιοι γενετικοί-γονιδιακοί παράγοντες φαίνεται να συντελούν στην πρόκληση της νόσου στους λεπτόσωμους ασθενείς, ενώ έχει επίσης ενοχοποιηθεί η παρουσία εντοπισμένης κοιλιακής παχυσαρκίας (αυξημένη περιφέρεια μέσης) σε ασθενείς με κατά τα άλλα φυσιολογικό σωματικό βάρος.

Μορφές και επιπλοκές της νόσου
«Η ΜΑΛΝΗ μπορεί να εμφανιστεί ως απλή εναπόθεση λίπους εντός του ήπατος χωρίς συνυπάρχουσα φλεγμονή (απλή στεάτωση) ή να λάβει το χαρακτήρα της στεατοηπατίτιδας (NASH) η οποία χαρακτηρίζεται από εναπόθεση λίπους με φλεγμονή και αποτελεί την πιο επιθετική μορφή της νόσου, καθώς δύναται να οδηγήσει στην ίνωση και κίρρωση του ήπατος σε μεγαλύτερα ποσοστά σε σχέση με την απλή στεάτωση», εξηγεί ο δρ Δημήτριος Καραγιαννάκης MD, PhD Ειδικός Παθολόγος-Ηπατολόγος, Ακαδημαϊκός Υπότροφος ΕΚΠΑ:  «Στην περίπτωση εμφάνισης προχωρημένης ίνωσης ή κίρρωσης, ο ασθενής βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκίνου (ΗΚΚ), ενώ στην προχωρημένη, μη-αντιρροπούμενη κίρρωση, εμφανίζονται οι επιπλοκές της πυλαίας υπέρτασης, δηλαδή ο ασκίτης (παρουσία υγρού στην κοιλιακή κοιλότητα), η ηπατική εγκεφαλοπάθεια (σύγχυση, αποπροσανατολισμός, αστάθεια, μέχρι και κώμα) και η κιρσορραγία».
Διάγνωση
Η διάγνωση της νόσου γίνεται συνήθως με το απλό υπερηχογράφημα άνω κοιλίας, όπου το ηπατικό παρέγχυμα εμφανίζεται ως υπερηχογενές (δηλ είναι λευκότερο, πιο φωτεινό) σε σχέση με το φυσιολογικό (που αποτυπώνεται ως γκρι).
Βέβαια, το υπερηχογράφημα δεν είναι σε θέση να διακρίνει την ήπια λιπώδη διήθηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις η μαγνητική τομογραφία αποτελεί πιο ευαίσθητη μέθοδο για την ανίχνευση του ενδοηπατικού λίπους, αλλά γενικώς δε συνίσταται για αυτόν το σκοπό λόγω του αυξημένου κόστους της.
Τα τελευταία χρόνια για τη διάγνωση της ΜΑΛΝΗ χρησιμοποιείται μια νεότερη τεχνική υπερήχων που ονομάζεται CAP, η οποία φαίνεται να μπορεί να διακρίνει ακόμα και τις μικρές εναποθέσεις ενδοηπατικού λίπους και συνεπώς υπερέχει σε διακριτική ευχέρεια του απλού υπερηχογραφήματος», τονίζει ο ιατρός.
Σε ότι αφορά τις εργαστηριακές εξετάσεις, οι ασθενείς με ΜΑΛΝΗ μπορεί να παρουσιάζουν αύξηση των τρανσαμινασών (SGOT/SGPT) ή/και του γgt.

Θεραπευτικές παρεμβάσεις
Σχετικά με τις θεραπευτικές παρεμβάσεις στους ασθενείς με ΜΑΛΝΗ, θα πρέπει να ρυθμιστούν όλοι οι παράγοντες που προκαλούν τη λιπώδη εναπόθεση στο ήπαρ. Έτσι, θα πρέπει να υπάρξει μείωση του σωματικού βάρους, βελτίωση της ποιότητας διατροφής, αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, ρύθμιση του σακχάρου και των λιπιδίων στο αίμα, ρύθμιση του θυρεοειδούς κοκ. Σε ότι αφορά τις πιο ειδικές για τη ΜΑΛΝΗ θεραπείες, διεξάγονται πολλές μελέτες πάνω σε θεραπευτικούς παράγοντες που στοχεύουν είτε στη μείωση της φλεγμονής, είτε στη μείωση της ίνωσης.

Συμπερασματικά
Είναι επιτακτική ανάγκη να διαγνώσουμε έγκαιρα τη νόσο και κυρίως στους ασθενείς που παρουσιάζουν ίνωση, με σκοπό να αποτρέψουμε την εξέλιξη προς κίρρωση και ΗΚΚ, αλλά και να αποφύγουμε τις δυσμενείς επιπτώσεις από το καρδιαγγειακό σύστημα που αποτελεί συνήθως και την 1η επιπλοκή της νόσου. Η ελαστογραφία ήπατος παρέχει σημαντική βοήθεια προς αυτή την κατεύθυνση. Η σωστή διατροφική, η άσκηση και σε πολλές περιπτώσεις η χρήση στοχευμένων θεραπευτικών πρωτοκόλλων θεραπεύουν την νόσο.