Ο ΣΦΕΕ για την κατάχρηση αντιβιοτικών: 1 στους 3 ασθενείς Covid πεθαίνουν στις ΜΕΘ από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη

0
379

Η παγκόσμια εξάπλωση της μικροβιακής αντοχής συνιστά μια από τις κρισιμότερες απειλές για τη δημόσια Υγεία. Για τη χώρα μας το πρόβλημα είναι ακόμη πιο σοβαρό, γιατί η Ελλάδα σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει τη μεγαλύτερη κατανάλωση αντιβιοτικών και αντοχή των μικροβίων στα αντιβιοτικά.

Σχεδόν ένας στους τρεις ασθενείς που νοσηλεύονται με COVID-19 καταλήγουν στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη.

Ειδικότερα, πρόσφατη Ευρωπαϊκή μελέτη, καταδεικνύει ότι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις αντιπροσωπεύουν την κύρια αιτία θανάτου, σε ποσοστό 33% των COVID-19 ασθενών, που πεθαίνουν μέσα στη Μονάδα, όπως τόνισε η εντατικολόγος – λοιμωξιολόγος, διευθύντρια ΜΕΘ στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», Ευαγγελία Δούκα, στο πλαίσιο εκδήλωσης για την Παγκόσμια Εβδομάδα Ευαισθητοποίησης για την Ορθολογική Χρήση των Αντιβιοτικών (World Antimicrobial Awareness Week).

Παρακάτω ο ΣΦΕΕ παρουσιάζει άρθρο του πρόεδρου της EFPIA και Γενικού Διευθυντή της BOEHRINGERINGELHEIM, HUBERTUSVONBAUMBACH στο POLITICO:

(https://www.politico.eu/sponsored-content/amr-finding-the-solution-to-the-silent-pandemic/)

Η μικροβιακή αντοχή είναι μία από τις κορυφαίες απειλές για την ανθρώπινη υγεία παγκοσμίως, ωστόσο ελάχιστες είναι οι δράσεις για την αντιμετώπισή της. Αυτό μπορεί και πρέπει να αλλάξει.

Φανταστείτε έναν κόσμο όπου ακόμη και μια ιατρική επέμβαση ρουτίνας μπορεί να εξελιχθεί σε απειλή για τη ζωή του ασθενούς και οι θεραπείες για νόσους όπως ο καρκίνος είναι απαγορευτικά επικίνδυνες. Μετά από δεκαετίες ιατρικής προόδου, αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να φαίνεται υπερβολικό, αλλά πλέον με την εμφάνιση της μικροβιακής αντοχής έχει εξελιχθεί σε υπαρκτό και ορατό κίνδυνο.

Σήμερα, πάνω από 700.000 άνθρωποι παγκοσμίως πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω της μικροβιακής αντοχής. Χωρίς συντονισμένη, συλλογική δράση, ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 10 εκατομμύρια ετησίως έως το 2050. Για να αντιληφθούμε την τάξη μεγέθους, ο αριθμός αυτός είναι διπλάσιος από τον εκτιμώμενο αριθμό θανάτων λόγω του ιού SARS -CoV-2.

Ο αριθμός των βακτηρίων, των ιών, των μυκήτων και των παρασίτων που είναι ανθεκτικά στις θεραπείες διαρκώς αυξάνεται, ενώ τα αποτελεσματικά όπλα που διαθέτουμε για την αντιμετώπισή τους εξαντλούνται. Συνδυαστικά αυτές οι εξελίξεις καθιστούν τη μικροβιακή αντοχή μία από τις σοβαρότερες υγειονομικές προκλήσεις της εποχής μας.

Είτε πρόκειται για την αντιμετώπιση πανδημιών είτε για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, έχουμε αποκομίσει το δίδαγμα ότι η πρόοδος απαιτεί συλλογική προσπάθεια. Ο φαρμακευτικός κλάδος έχει αναλάβει δράση σε πολλά επίπεδα και συνεχίζει να συμβάλλει με συγκεκριμένες λύσεις για την αντιμετώπιση μιας σειράς προκλήσεων. Η φαρμακοβιομηχανία που βασίζεται στην έρευνα διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, με την προώθηση επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α) κατά της μικροβιακής αντοχής και με την υποβολή προτάσεων πολιτικής που μπορούν να βοηθήσουν στην εξεύρεση λύσεων για αυτή τη σιωπηλή πανδημία.

Οι επιπτώσεις στην υγεία είναι ασφαλώς θλιβερές, ωστόσο και οι οικονομικές επιπτώσεις είναι τεράστιες. Το κόστος της μικροβιακής αντοχής για την παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να ανέλθει στα 100 τρισεκ. δολάρια, ποσό το οποίο, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, είναι παρόμοιας κλίμακας με το κόστος της την παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.

 Η αδράνεια στο θέμα της μικροβιακής αντοχής δεν αποτελεί εφικτή επιλογή

Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και χρόνια. Η ευαισθητοποίηση αυξάνεται, αλλά η συντονισμένη δράση παραμένει πενιχρή. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου πολλοί βλέπουν τους κινδύνους, αλλά έχει γίνει ακόμα πιο δύσκολο να βρούμε λύσεις. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι η αδράνεια στο θέμα της μικροβιακής αντοχής δεν αποτελεί εφικτή επιλογή.

Η ανθρωπότητα χρειάζεται επειγόντως νέα αντιβιοτικά, αλλά αυτή τη στιγμή λίγα τέτοια φάρμακα βρίσκονται σε ανάπτυξη, γιατί υπάρχει το εξής παράδοξο: παρά το τεράστιο κοινωνικό κόστος της μικροβιακής αντοχής, δεν υπάρχει βιώσιμη αγορά για νέα αντιβιοτικά. Τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται με φειδώ για μη μειώνεται η αποτελεσματικότητά τους, και έτσι οι επιχειρήσεις που τα αναπτύσσουν δεν ανακτούν την επένδυσή τους. Το αποτέλεσμα είναι, σε επίπεδο δημόσιας υγείας, μια τεράστια ανάγκη για νέα αντιβιοτικά, ενώ από την άλλη πλευρά η έλλειψη χρηματοδότησης για Ε&Α αντιβιοτικών, ιδιαίτερα στα μεταγενέστερα στάδια της κλινικής ανάπτυξης, δημιουργεί ένα χάσμα, μια πραγματική «κοιλάδα θανάτου», ανάμεσα στην ανακάλυψη ενός φαρμάκου και τους ασθενείς.